Δίολκος για 1500 χρόνια





Μια ταινία 22 λεπτών, δημιουργημένη με το σύστημα του animation (εικονοκινητική τεχνική) αναπαριστά με μοναδικό τρόπο το εξαιρετικό μνημείο τεχνικού πολιτισμού της αρχαίας Ελλάδας, τον Δίολκο: μια οδό από ξηράς για την μεταφορά πλοίων ανάμεσα στον Σαρωνικό και τον Κορινθιακό κόλπο κατά μήκος του Ισθμού της Κορίνθου, τότε που δεν υπήρχε ο πορθμός. Η ταινία παρουσιάζει πολλές άλλες τεχνολογικές λεπτομέρειες, αλλά σκηνές της ζωής των ναυτικών εκείνης της μακρινής εποχής: τυχερό παιχνίδι, επίσκεψη στον ναό του Ποσειδώνα, γλέντι σε καπηλειό, καθώς και μια συναισθηματική συντυχία.
Πρόκειται για ένα έργο-συμβολή στην μελέτη της αρχαίας ελληνικής Τεχνολογίας, μια παραγωγή του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας σε συνεργασία με την Εταιρεία Μελέτης Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας.

Δημιουργοί της ταινίας είναι οι Θ.Π. Τάσιος, Ν. Μήκας, Γ. Πολύζος, οι οποίοι έχουν λάβει ως τώρα δύο βραβεία:

Καλύτερης ταινίας αναφερόμενης στην αρχαιότητα στο 5ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου στην Κύπρο (Νοέμβριος 2009) και

Καλύτερης εκπαιδευτικής ταινίας στην 8η Διεθνή Συνάντηση Αρχαιολογικής Ταινίας του Μεσογειακού Χώρου στην Αθήνα (Μάιος 2010)
Η  αφήγηση είναι του καθηγητή του ΕΜΠ, μηχανικού και φιλοσόφου κ. Θεοδόσιου Τάσσιου.

Καλό καλοκαίρι


Ας γνωρίζουμε όταν αφήνουμε ή πετάμε κάτι στη θάλασσα ότι:
- Πλαστικά, γυάλινα και μέταλλα κάνουν εκατοντάδες χρόνια να αποσυντεθούν.
- Μπαταρίες και ελαστικά απειλούν τον πλανήτη κι εμάς τους ίδιους.
- Σκουπίδια κάθε είδους καταλήγουν από την ξηρά στη θάλασσα μολύνοντας τις παραλίες που κολυμπάμε και τα ζώα που, ανυποψίαστα, τα καταναλώνουν ως τροφή.
Καλό καλοκαίρι σε όλες και όλους..

Καθηγητές Πληροφορικής στην Α'βάθμια Εκπαίδευση

Λαμβάνοντας υπόψη τη διεθνή βιβλιογραφία και εμπειρία σχετικά με το ζήτημα της εισαγωγής, ένταξης και αξιοποίησης των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας (ΤΠΕ) στην Εκπαίδευση, ιδιαίτερα στην Πρωτοβάθμια, αλλά και την προσωπική μας επαφή με το χώρο και τους έλληνες εκπαιδευτικούς, έχουμε αναλάβει τα τελευταία χρόνια «εκστρατεία» ενημέρωσης και πραγματοποίησης καινοτόμων εφαρμογών, πάνω στις οποίες βασίζονται και οι σκέψεις που παραθέτουμε πιο κάτω, με αφορμή τις πιέσεις που γίνονται για απορρόφηση των αποφοίτων της Πληροφορικής ή και των καθηγητών με σχετική κατάρτιση στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Η άποψή μας είναι ότι η τυχόν ανάθεση στους ειδικούς αυτής της κατηγορίας, οι οποίοι στερούνται παιδαγωγικού υπόβαθρου, να αναλάβουν την ένταξη των ΤΠΕ στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση θα ήταν μια ατυχής και επικίνδυνη απόφαση, η οποία θα επιδείνωνε ακόμη περισσότερο το ήδη υπάρχον πρόβλημα της υστέρησης ως προς τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας στο δημοτικό μέσω της ένταξης των ΤΠΕ σε όλα τα μαθήματα, τις δραστηριότητες και τις λειτουργίες του σχολείου, κατά τρόπο που συνάδει με τα σύγχρονα παιδαγωγικά ιδεώδη και τις διαχρονικές παιδαγωγικές αντιλήψεις και αρχές της εκπαίδευσης.

Είναι όμως σημαντικό να κατανοηθεί ότι εκείνο που προσδίδει αξία στις ΤΠΕ είναι η παιδαγωγική μάλλον χρήση των δυνατοτήτων τους και όχι τόσο η τεχνολογική διάστασή τους καθ' εαυτή. Δεδομένου λοιπόν ότι στόχος της εισαγωγής των ΤΠΕ στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση δεν είναι η διδασκαλία του υπολογιστή ως ξεχωριστού γνωστικού αντικειμένου, ούτε ο στείρος τεχνολογικός αλφαβητισμός, αλλά η παιδαγωγική του χρήση (μέσω της οποίας φυσικά επιτυγχάνεται έμμεσα και η τεχνολογική μάθηση), το πρόβλημα της αξιοποίησής του στο δημοτικό είναι πρωτίστως παιδαγωγικό και δευτερευόντως τεχνολογικό.

Όπως έχει ήδη φανεί, ο υπολογιστής είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί όχι μόνον ως ένα μαζικό εποπτικό μέσο διδασκαλίας και πηγή πληροφόρησης, αλλά και ως δυναμικό εργαλείο γνωστικής ανάπτυξης, χάρις στις πολλές και ποικίλες ιδιότητές του, που παρέχουν εξαιρετικές δυνατότητες για τη δημιουργία ενός γόνιμου και προωθημένου μαθησιακού περιβάλλοντος, το οποίο με την κατάλληλη διαμεσολάβηση του δασκάλου ευνοεί τη νοητική λειτουργία και την ανάπτυξη των μαθητών - αλλά και των εκπαιδευτικών - σε ανώτερα επίπεδα μάθησης και επικοινωνίας, καθώς και την εφαρμογή πολλών σύγχρονων παιδαγωγικών αρχών, που δεν ήταν εύκολο να υιοθετηθούν στο περιβάλλον της παραδοσιακής τάξης.

Αν θέλαμε να δούμε τις εκπαιδευτικές χρήσεις του υπολογιστή στο σχολείο θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στις παρακάτω κατηγορίες:

1. στη διδασκαλία της πληροφορικής ως ξεχωριστού γνωστικού αντικειμένου με στόχο την προώθηση του τεχνολογικού αλφαβητισμού και την απόκτηση προεπαγγελματικών γνώσεων και δεξιοτήτων στην αξιοποίηση του υπολογιστή ως πηγής και μέσου πληροφόρησης, καθώς και εποπτικού και επικοινωνιακού μέσου για την υποβοήθηση της διδασκαλίας και την ανάπτυξη μη συμβατικών τρόπων μάθησης στη χρήση του υπολογιστή ως γνωστικού και αναπτυξιακού εργαλείου στο πλαίσιο του σχολείου, αλλά και έξω από αυτό, αλλά και ως πεδίου επιστημονικής μελέτης για τη διερεύνηση γνωστικών δομών και μοντέλων της ανθρώπινης σκέψης.
2. στη χρήση του υπολογιστή ως μέσου διασκέδασης και άτυπης μάθησης. Δυστυχώς η πολιτεία μέχρι τώρα ενδιαφέρεται μόνο για την πρώτη εκπαιδευτική αξία του υπολογιστή (διδασκαλία του μαθήματος της πληροφορικής) και αγνοεί τις υπόλοιπες, προβαίνοντας σε ενέργειες που μαρτυρούν την ύπαρξη παρανοήσεων. Μια τέτοιου είδους άγνοια ή αγνόηση φαίνεται από τις εξής παρανοήσεις, πάνω στις οποίες στηρίζεται ο μέχρι τώρα επίσημος εκπαιδευτικός σχεδιασμός: ο τρόπος με τον οποίο άρχισε η εισαγωγή των ΝΤ στη χώρα μας στα μέσα της δεκαετίας του '80, μαρτυρεί την υπερίσχυση μιας απλοϊκής τεχνοκεντρικής αντίληψης, που περιορίζεται στο στόχο της ανάπτυξης του τεχνολογικού αλφαβητισμού (στο Γυμνάσιο) ή της προ-επαγγελματικής κατάρτισης των μαθητών (στο Λύκειο) με την εισαγωγή στο σχολικό πρόγραμμα ενός ακόμη μαθήματος ξεχωριστής «ειδικότητας» και υποτιμά το ρόλο του υπολογιστή ως γνωστικού εργαλείου για την αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε όλα τα μαθήματα.
3. Το γεγονός επίσης ότι η ένταξη των ΤΠΕ στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση έχει παραμείνει στη χώρα μας μέχρι πρόσφατα έξω από κάθε επίσημο σχεδιασμό βασίζεται στην ιδέα ότι το μάθημα της Πληροφορικής δεν είναι τόσο απαραίτητο και κατάλληλο για τις μικρές ηλικίες. (Προφανώς δεν λαμβάνονται υπόψη τα μαθησιακά οφέλη από τις άλλες χρήσεις του υπολογιστή). Αυτό, κατά τη γνώμη μας, είναι σοβαρή παράλειψη όχι μόνον διότι μαρτυρά προχειρότητα και απουσία ολοκληρωμένου εκπαιδευτικού σχεδιασμού, αλλά και για πολλούς άλλους λόγους, μεταξύ των οποίων και το γεγονός ότι: α) πρόκειται για ένα άναρχο και μη σύμφωνο προς τα διεθνώς κρατούντα φαινόμενο, αφού από τη μελέτη της διεθνούς βιβλιογραφίας φαίνεται ότι στις προηγμένες χώρες το βάρος του παιδαγωγικού ερευνητικού ενδιαφέροντος εξ αρχής επικεντρώθηκε στις μικρές, τις κατεξοχήν διαμορφώσιμες και θεμελιακές ηλικίες, κατά τις οποίες δημιουργούνται οι βάσεις κάθε είδους μάθησης. Γι' αυτό και οι σχετικές έρευνες, αλλά και οι πρώτες παιδαγωγικές εφαρμογές εκπαιδευτικού λογισμικού, είχαν συνήθως αποδέκτες το μαθητικό πληθυσμό της Α/βάθμιας Εκπαίδευσης, όπως εξάλλου συμβαίνει και με όλες σχεδόν τις θεωρίες της μάθησης β) η ανάπτυξη στη χώρα μας της παιδαγωγικής επιστήμης και των εφαρμογών της στο νέο αυτό τομέα (Πληροφορική στην Εκπαίδευση) δεν αφορά μόνο την ευκαιριακή κατανάλωση ενός τεχνολογικού ή επιστημονικού προϊόντος, αλλά και τον εκπαιδευτικό πειραματισμό, τη δημιουργία δικής μας εμπειρίας και παράδοσης, καθώς και ένα προγραμματισμό πνοής στο συγκεκριμένο τομέα. Διότι, αν μετά από δέκα χρόνια, για παράδειγμα, εισήγοντο οι υπολογιστές στο Δημοτικό, θα ήταν τότε πλέον αργά να αναζητούμε έμπειρους επιστήμονες που θα χρειαζόταν να πατούν στο γόνιμο έδαφος μιας πλούσιας επιστημονικής και πολιτιστικής παράδοσης στο δικό μας κοινωνικό πλαίσιο, μετά από την απαιτούμενη διαδικασία της αξιολόγησης των πρώτων εφαρμογών, την επακόλουθη διόρθωση των λαθών και, ενδεχομένως, την κριτική αναθεώρηση της ασκούμενης πολιτικής.
4. οι βασικές αποφάσεις για τη χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής πάρθηκαν από επιστημονικές επιτροπές στο ΥΠΕΠΘ, τα μέλη των οποίων προέρχονταν ως επί το πλείστον από άσχετα με τις επιστήμες της αγωγής και της εκπαίδευσης πανεπιστημιακά τμήματα ή τομείς (πολυτεχνικά, γεωπονικά κ.ά)
5. πιστεύουν οι υπεύθυνοι φορείς του υπουργείου ότι είναι δυνατόν να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα μία κατάρτιση των εκπαιδευτικών, όπως είναι αυτή της «Κοινωνίας της Πληροφορίας» (που περιορίζεται στην καθαρά τεχνική διάσταση της εισαγωγής τους σε έναν υποτυπώδη τεχνολογικό αλφαβητισμό και που πραγματοποιείται σε χρηστικό κενό) χωρίς την παράλληλη εκπαίδευσή τους με εμπειρίες παιδαγωγικών εφαρμογών και δοκιμής νέων διδακτικών προσεγγίσεων και ρόλων, (ωσάν να επρόκειτο για κατάρτιση άλλου είδους επαγγελματιών, π.χ., γραμματέων, υπαλλήλων γραφείου, ιδιωτών κτλ.) παρά τη συνεχή δημόσια κριτική και την πληθώρα των επισημάνσεων από σχετικούς πανεπιστημιακούς φορείς και μελετητές, που υποστηρίζουν ότι τέτοιου είδους καταρτίσεις των εκπαιδευτικών, δεν έχουν αποτέλεσμα και δεν ενδείκνυνται.
6. δεν έχουν αντιληφθεί επίσης οι φορείς αυτοί ότι στη χώρα μας, όπως συμβαίνει και στο εξωτερικό, έχει αρχίσει – και πρέπει να ενισχυθεί - η προσπάθεια να παράγονται από τα παιδαγωγικά τμήματα ειδικότητες κατάλληλες για την εκπαίδευση, επιστήμονες δηλαδή που είτε έχουν ως βασικές σπουδές τα παιδαγωγικά και αποκτούν διετή ή και ετήσια τεχνολογική κατάρτιση στενά συνδεδεμένη με περισσότερο προωθημένη μάθηση πάνω στη διδακτική θεωρία και πράξη, είτε έχουν επιστημονική τεχνολογική κατάρτιση και αποκτούν συμπληρωματικά και την παιδαγωγική, στην οποία προσαρμόζουν τις πρότερες γνώσεις τους. Με την τεχνικίστικη αντίληψη που έχουν όμως, θεώρησαν ότι οι επιστήμονες της πρώτης από τις προαναφερθείσες κατηγορίες δεν πρέπει να γίνονται δεκτοί ως επιμορφωτές στα προγράμματα της «Κοινωνίας της Πληροφορίας» (παρόλο που είναι οι πλέον κατάλληλοι, εφόσον μάλιστα διαθέτουν επί πλέον διδακτική και ερευνητική εμπειρία,) και έδωσαν το προβάδισμα στους έχοντες προσόντα τεχνολογικής εκπαίδευσης και (τεχνολογικής) διδακτικής εμπειρίας. Αν τελικά, μετά από επανειλημμένες δικές μας προσπάθειες, έγινε δεκτός και ένας αριθμός επιστημόνων ΄της πρώτης κατηγορίας, αυτό εκλήφθηκε ότι έγινε κατά παραχώρηση!
7. φλερτάρουν με τις προτάσεις ορισμένων επιστημονικών ομάδων να γίνει μια αρχή εισαγωγής της Πληροφορικής στο δημοτικό διορίζοντας αποφοίτους της Πληροφορικής, που δεν έχουν σχέση με τις παιδαγωγικές και διδασκαλικές σπουδές, κάτι, που ήταν στα σχέδια της προηγούμενης Κυβέρνησης που ευτυχώς που δεν είχε υλοποιηθεί, όμως με την ενδεχόμενη επικράτηση μιας συντεχνιακής νοοτροπίας που επιδιώκει την επαγγελματική αποκατάσταση των ειδικών της Πληροφορικής, σε συνδυασμό με τον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι ιθύνοντες την αξιοποίηση των ΝΤ στην Εκπαίδευση, αποφασίστηκε να υλοποιηθεί από την νυν Κυβέρνηση. Τέτοιου είδους αντιλήψεις έχουν καθώς φαίνεται και διάφορες επαγγελματικές ομάδες, όπως οι απόφοιτοι της Πληροφορικής, που πιέζουν για το διορισμό τους στο δημοτικό.

Ελπίζουμε να ευαισθητοποιηθούν οι επαγγελματικές οργανώσεις των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και να συμβάλουν στην αποτροπή ενός τέτοιου ενδεχόμενου, όχι μόνον για τους παραπάνω λόγους, αλλά για να μη συνεχιστεί η ιδέα ότι οποιοσδήποτε επιστήμονας είναι ικανός να αναλάβει τη διδασκαλία παιδιών (κάτι που ήδη γίνεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση), ότι όσο πιο μικρά είναι τα παιδιά, τόσο ευκολότερη είναι η διδασκαλία και ότι τα παιδαγωγικά είναι τόσο απλή υπόθεση που μπορεί να τα μάθει κανείς με λίγα σεμινάρια. Όπως επισημάνθηκε και πιο πάνω, η συνεχώς διογκούμενη διεθνής και ελληνική βιβλιογραφία έχει ήδη δείξει ότι οι δυνατότητες των ΤΠΕ μπορούν να αξιοποιηθούν για μια σημαντική αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας στο σχολείο (κατ' επέκταση και της κοινωνίας) κάτω όμως από ορισμένες προϋποθέσεις που, όταν απουσιάζουν, είναι δυνατόν να οδηγήσουν ακόμη και στην ενίσχυση, αντί της υπέρβασης, ορισμένων ανεπιθύμητων χαρακτηριστικών και αποτελεσμάτων της εκπαίδευσης.

Η δημιουργική αξιοποίηση του υπολογιστή ως γνωστικού εργαλείου βρίσκει εξαιρετικά πρόσφορο έδαφος στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, όπου η πίεση της προετοιμασίας για ανώτερες ακαδημαϊκές σπουδές δεν είναι τόσο μεγάλη, ενώ οι δάσκαλοι, τα τελευταία χρόνια τουλάχιστον, έχουν αποκτήσει ορισμένες βασικές παιδαγωγικές γνώσεις και διδάσκουν όλα σχεδόν τα μαθήματα έχοντας πολλές ώρες τους ίδιους μαθητές μέσα στην τάξη. Έχουν επομένως πολλές ευκαιρίες για οργανωμένη χρήση του υπολογιστή και μάλιστα για την εφαρμογή της διαφοροποιημένης διδασκαλίας, της διερευνητικής και της ομαδοσυνεργατικής μάθησης, σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι συνάδελφοί τους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Mία από τις προτεραιότητες του εκπαιδευτικού σχεδιασμού λοιπόν πρέπει να είναι η επέκταση της εισαγωγής των ΤΠΕ και στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, όπως συμβαίνει σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες, με μια μορφή όμως πολύ διαφορετική από αυτή που επιχειρήθηκε στο Γυμνάσιο και το Λύκειο.

Ασφαλώς υπάρχουν πολλά μοντέλα σταδιακής ένταξης των ΤΠΕ στη μαθησιακή διαδικασία στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, όμως ένα μοντέλο που βασίζεται σε τεχνοκεντρικές αντιλήψεις σχετικά με την εισαγωγή των ΤΠΕ στην Εκπαίδευση είναι, σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία και την άποψη όλων σχεδόν των έγκριτων μελετητών της χώρας μας, καταδικασμένο σε αποτυχία και χωρίς αναγεννησιακή πνοή για την υπόθεση της Παιδείας στην εποχή μας.

Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι πώς να τοποθετήσουμε ειδικούς της Πληροφορικής για να «μάθουν κομπιούτερ» τα παιδιά, αλλά πώς θα μάθουν όλοι οι μαχόμενοι εκπαιδευτικοί στο πλαίσιο οργανωμένων, ολοκληρωμένων και βιώσιμων προγραμμάτων να αξιοποιούν τις ΤΠΕ για να γίνουν καλύτεροι δάσκαλοι απελευθερώνοντας τις δικές τους αναπτυξιακές δυνάμεις, αλλά και εκείνες των μαθητών τους και να συμβάλουν, ο καθένας με τον τρόπο του και τους ρυθμούς του, στην πραγματοποίηση μιας εκ των έσω ουσιαστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και ανάπτυξης.

Η μέχρι τώρα εμπειρία μου από πιλοτικά, επιμορφωτικά και μεταπτυχιακά προγράμματα εκπαιδευτικών στα οποία υπήρξα υπεύθυνος ή επιστημονικός συνεργάτης με έχει πείσει ότι οι δάσκαλοι της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι πολύ επιδεκτικοί στην υιοθέτηση και περαιτέρω ανάπτυξη ενός παιδαγωγικού μοντέλου ένταξης και αξιοποίησης των ΤΠΕ στο δημοτικό, τόσο στο επίπεδο της θεωρίας, όσο και της εφαρμογής.

Οι δάσκαλοι που γνωρίσαμε όχι μόνον δεν υστερούν από εκείνους άλλων ανεπτυγμένων χωρών – παρά τη μέχρι τώρα υποβάθμιση του ρόλου τους από το εκπαιδευτικό μας σύστημα – αλλά στην πλειονότητά τους, και συχνά ανεξαρτήτως ηλικίας, επιδεικνύουν θετική στάση, δημιουργικότητα και παιδαγωγικό ενθουσιασμό, αρκεί τα εκπαιδευτικά προγράμματα στα οποία συμμετέχουν, να συνδυάζουν την τεχνολογική και παιδαγωγική κατάρτιση, να υιοθετούν σύγχρονες προσωποκεντρικές και συνεργατικές προσεγγίσεις μέσα σε ένα κλίμα αποδοχής, σεβασμού, αλληλεγγύης, αυτονομίας,, καθώς και παροχής εσωτερικών κινήτρων και προτύπων παραγωγής καινοτόμου έργου, που συνδέεται με τη διδακτική πράξη.

Το έργο τους παρουσιάζει χρόνο με το χρόνο βελτίωση και συχνά μας εκπλήσσει ευχάριστα, ενώ παράλληλα παρέχει και στους διδάσκοντες ευκαιρίες επαγγελματικής βελτίωσης, αφού η διδακτική γνώση και των πανεπιστημιακών δασκάλων – όπως εξ άλλου και όλων των εκπαιδευτικών - δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθεί σε κοινωνικό κενό.(Προσωπικά μπορούμε να δηλώσουμε ότι χάρις στα προγράμματα των τελευταίων χρόνων, που μας έδωσαν την ευκαιρία να εργαστούμε με εκπαιδευτικούς όλων των κατηγοριών, μάθαμε πολλά πράγματα και έχουμε βγει βελτιωμένοι ως δάσκαλοι από την όλη εμπειρία).

Ασφαλώς δεν θα πρέπει να αποκλειστούν από το δικαίωμά τους να εργαστούν στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και οι επιστήμονες της πληροφορικής ή άλλων ειδικοτήτων που προορίζονται για την εκπαίδευση στη θέση του υπεύθυνου της τεχνολογικής υποστήριξης του σχολείου, ενός ρόλου που φάνηκε και από το πιλοτικό πρόγραμμα της ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ, το επονομαζόμενο «ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΦΑΙΑΚΩΝ», ότι είναι πολύ χρήσιμος, δεδομένου ότι οι δάσκαλοι δεν είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν και να αναλαμβάνουν την επίλυση των πολλών και ποικίλων τεχνολογικών προβλημάτων της λειτουργίας των εργαστηρίων.

Ο επιστήμονας αυτός, εκτός του ότι θα υποστήριζε τεχνολογικά ομάδα σχολείων, θα μπορούσε επίσης να πραγματοποιεί εισαγωγικά τεχνολογικά σεμινάρια ενδοσχολικής και πολλαπλασιαστικής μορφής σε μικρές εθελοντικές ομάδες εκπαιδευτικών και να ενημερώνει εκπαιδευτικούς στις νέες εξελίξεις. Χρειάζεται όμως προσοχή, γιατί δεν είναι δύσκολο, αφού «βάλουν το πόδι τους» στο δημοτικό, να αποφασίσουν κάποιοι πολιτικοί ιθύνοντες, ή και οι ίδιοι οι δάσκαλοι που διστάζουν να ασχοληθούν με τις νέες τεχνολογίες, ότι είναι πιο βολικό να παίξουν οι επαγγελματίες αυτοί και άλλους διδακτικούς ρόλους, που υποκαθιστούν το δάσκαλο.
Πηγή: www.adraptis.com

ΚΣΕ Άργους Ιούνιος 2010


Καλό καλοκαίρι σε όλες και όλους..

ΚΣΕ Κοζάνης Ιούνιος 2010

ΚΣΕ Κοζάνης Ιούνιος 2010
Ώρα για ξεκούραση.
Καλό καλοκαίρι σε όλους..

Διάβασε πριν δεις την εικόνα...

Σύμφωνα με ιατρικά πειράματα:

Αν βρεις τον ανδρα σε 3 δευτερόλεπτα, το δεξί κομμάτι του εγκεφάλου σου είναι περισσότερο αναπτυγμένο απ'ότι στο μέσο άνθρωπο.

Αν τον βρεις περίπου σε 1 λεπτό, το δεξί κομμάτι του εγκεφάλου σου είναι όσο και των περισσότερων. Αν κάνεις να το βρεις από 1 εως 3 λεπτά, το δεξί κομμάτι του εγκεφάλου σου είναι αργό και χρειάζεσαι περισσότερες πρωτεϊνες.

Αν κάνεις περισσότερο από 3 λεπτά, το δεξί κομμάτι του εγκεφάλου σου είναι "άστα να πάνε", πολύ αργό και ο μόνος τρόπος βελτίωσης είναι να αρχίσεις να βλέπεις κινούμενα σχέδια για να τον βοηθήσεις να αναπτυχθεί.

Δεν είναι αστείο, ο άνδρας πραγματικά υπάρχει.
Προσπάθησε να τον βρεις και δες πόσο έκανες. Μπορείς να τον βρεις σε 3 δευτερόλεπτα;

Ιδού και η εικόνα:


Υ.Γ.

Για  όλους όσοι δεν μπόρεσαν να τον βρουν, εδώ  είναι η απάντηση.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ

Δεσμώτες του παρελθόντος

Γιατί οι ράγες των σιδηροδρομικών γραμμών στις Η.Π.Α. απέχουν μεταξύ τους 143,51 εκατοστά;

Η απόσταση ανάμεσα στις δύο ράγες των σιδηροδρομικών γραμμών στις Η.Π.Α. είναι 4 πόδια και 8,5 ίντσες (143,51 cm). Μάλλον παράξενος αριθμός, δε νομίζετε;




Γιατί άραγε να έχει επιλεγεί το συγκεκριμένο διάκενο;

Η απάντηση είναι επειδή ο σιδηρόδρομος στις Η.Π.Α. κατασκευάστηκε με τον τρόπο που είχε κατασκευαστεί ο σιδηρόδρομος στην Αγγλία. Οι Άγγλοι μηχανικοί που τον κατασκεύασαν, αντί να σχεδιάσουν κάτι νέο, προτίμησαν να υιοθετήσουν αυτά που ίσχυαν στην πατρίδα τους. Βέβαια τους πέρασε και από το μυαλό ότι καλό θα ήταν να χρησιμοποιηθούν οι ήδη υπάρχουσες ατμομηχανές από την Αγγλία, αντί κάποιου νέου μοντέλου.

Τώρα γιατί οι Άγγλοι κατασκεύασαν τις ατμομηχανές τους έτσι;

Διότι οι πρώτες σιδηροδρομικές γραμμές κατασκευάστηκαν από τους ίδιους μηχανικούς που κατασκεύαζαν το τραμ, στο οποίο χρησιμοποιούσαν ήδη το συγκεκριμένο διάκενο.

Και γιατί αυτό το διάκενο;

Διότι οι κατασκευαστές του τραμ ήταν και κατασκευαστές αμαξών, που χρησιμοποιούσαν τα ίδια εργαλεία και τις ίδιες μεθόδους.

Γιατί οι άμαξες έχουν αυτό το διάκενο;

Διότι, παντού στην Ευρώπη, και στην Αγγλία, οι δρόμοι είχαν λούκια για τους τροχούς των αμαξών και ένα διαφορετικό διάκενο θα προκαλούσε διαρκώς βλάβες στους άξονες.

Και γιατί τα λούκια απέχουν τόσο μεταξύ τους;

Επειδή οι πρώτες μεγάλες οδοί στην Ευρώπη είχαν κατασκευαστεί από τους Ρωμαίους, με σκοπό να μετακινούνται εύκολα οι λεγεώνες τους. Οι πρώτες άμαξες ήταν οι πολεμικές άμαξες των Ρωμαίων. Οι άμαξες αυτές ήταν ιππήλατες: Tις τραβούσαν δύο άλογα, τα οποία κάλπαζαν δίπλα-δίπλα και έπρεπε να απέχουν μεταξύ τους, ούτως ώστε το ένα άλογο να μην ενοχλεί το άλλο κατά τον καλπασμό. Προκειμένου να εξασφαλίζεται η σταθερότητα της άμαξας, οι τροχοί δεν έπρεπε να είναι ευθυγραμμισμένοι με τα ίχνη των αλόγων, ενώ δεν έπρεπε να είναι και πολύ απομακρυσμένοι, έτσι ώστε να αποτρέπονται τα ατυχήματα κατά την διασταύρωση δύο αμαξών στην ίδια οδό.

Ιδού λοιπόν η απάντηση στο αρχικό μας ερώτημα!

Το διάκενο στις ράγιες των Αμερικανικών σιδηροδρόμων εξηγείται, αφού 2.000 χρόνια νωρίτερα, σε μιαν άλλη ήπειρο, οι ρωμαϊκές άμαξες κατασκευάζονταν ανάλογα με το φάρδος που έχουν τα καπούλια δύο αλόγων.

Και τώρα, το φινάλε.

Η ιστορία αυτή συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας και τελειώνει (αν τελειώνει πραγματικά) με το Αμερικανικό διαστημικό λεωφορείο. Θα έχουμε παρατηρήσει ότι στην εξέδρα εκτόξευσής του υπάρχουν δύο πλευρικές δεξαμενές καυσίμων, που είναι στηριγμένες εκατέρωθεν της κεντρικής δεξαμενής.

Η εταιρεία Thiokol κατασκευάζει αυτές τις δεξαμενές στο εργοστάσιό της στη Γιούτα. Θα ήθελαν πολύ να τις κατασκευάσουν μεγαλύτερες, αλλά οι δεξαμενές αποστέλλονται σιδηροδρομικώς στο σημείο εκτόξευσης, φαντάζεστε τη συνέχεια!

Η σιδηροδρομική γραμμή μεταξύ του εργοστασίου και του Ακρωτηρίου Κανάβεραλ περνά από μια σήραγγα, κάτω από τα Βραχώδη Όρη. Αυτή η σήραγγα περιορίζει το μέγεθος των δεξαμενών στο πλάτος που έχουν τα καπούλια δύο αλόγων.

Έτσι καταλήγουμε το πλέον εξελιγμένο μεταφορικό μέσον του κόσμου, το διαστημικό λεωφορείο, να εξαρτάται από το φάρδος που έχουν τα καπούλια ενός αλόγου.

Απ΄ αυτό το παράδειγμα φαίνεται πόσο δέσμιοι είμαστε του παρελθόντος και μάλιστα όχι αυτού καθαυτού, αλλά περισσότερο του δικού μας παγιωμένου τρόπου σκέψης. Καθετί το νέο (σαν διαφορετικό που είναι) μας βγάζει από την βολική ασφάλεια του παλιού και γνώριμου. Μας φαντάζει παράξενο, ανώμαλο, εχθρικό και πολλά άλλα, ανάλογα με τα κόμπλεξ του κριτή. Το παλιό και το νέο μοιάζουν να είναι δύο ξεχωριστές οντότητες (όπως θα έλεγε ο Πλάτωνας), που πότε τις βρίσκουμε να μάχονται, και πότε να αγαπιούνται. Η κάθε κατάσταση -σαν ξεχωριστή οντότητα- θέλει να επικρατήσει και να διαιωνιστεί (εφαρμογή του νόμου της επιβίωσης και της αναπαραγωγής). Όμως, επειδή στην ουσία η παράδοση με την εξέλιξη δεν είναι αντίθετα αλλά συμπληρωματικά, κανένα μόνο του δε μπορεί να ολοκληρωθεί και να γίνει ευτυχές, παρά μόνο με την σύζευξη του, με το συμπληρωματικό του.

Υ.Γ.

Οι τεχνικές προδιαγραφές και η γραφειοκρατία είναι αθάνατες! Επομένως, την επόμενη φορά που θα βρεθείτε να κρατάτε στα χέρια σας παράξενες προδιαγραφές και θα αναρωτιέστε ποιος βλάκας τις επινόησε, θα έχετε θέσει το σωστό ερώτημα.