Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σχολείο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σχολείο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Scribblar

Ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο σύγχρονης διαδραστικής συνεργασίας είναι και το σχετικά καινούργιο Scribblar. Το μόνο που χρειάζεστε είναι ένας περιηγητής ιστού, όπως ο Firefox ή ο Chrome

Προσφέρει έναν κοινό ασπροπίνακα για πολλούς χρήστες ταυτόχρονα. Επιτρέπει στους χρήστες να συνεργάζονται σε πραγματικό χρόνο, βλέποντας όλοι τις κινήσεις των υπολοίπων. Υποστηρίζει τη χρήση εικόνων, κειμένου, σχημάτων, παρουσιάσεων, αρχείων pdf, ήχου καθώς και γραπτής συνομιλίας. Πρόκειται για ένα αρκετά χρήσιμο εργαλείο συνεργατικής μάθησης που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί με πολλούς τρόπους στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Αναμένεται και ο πλήρης εξελληνισμός του ;-) από τον γράφοντα.
Ενημέρωση: Ο εξελληνισμός έχει ολοκληρωθεί. Για να επιλέξουμε Ελληνικά από το πάνω δεξιό μέρος της εφαρμογής αντί για English επιλέγουμε ελληνικά από το αναπτυσσόμενο μενού.
http://www.scribblar.com/rooms/index.cfm?r=44mwr8

Ψηφιακό σχολείο

Έγινε η παρουσίαση της ψηφιακής διάστασης του Νέου Σχολείου και ανακοινώθηκε η ψηφιακή πλατφόρμα που τέθηκε σε δοκιμαστική λειτουργία στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://digitalschool.ypaideias.gr/
Διατίθενται αρκετά από τα βιβλία όλων των βαθμίδων σε ψηφιακή μορφή και εμπλουτισμένα με πρόσθετο διαδραστικό υλικό (animations, videos, υπερσυνδέσμους, κλπ).
Μπορείτε να δείτε και το σχετικό βίντεο του Υπουργείου για το ξεκίνημα του ψηφιακού σχολείου.

Ποιους ενοχλεί η περιβαλλοντική εκπαίδευση;

Η υπόθεση των κλειστών Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης αναδεικνύει τις προτεραιότητες της κυβέρνησης. Σίγουρα προτεραιότητα της κυβέρνησης δεν είναι η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, η οποία προφανώς θεωρείται «πάρεργο», περιττή πολυτέλεια από μια κυβέρνηση που στις προεκλογικές της εξαγγελίες έταζε «πράσινη» ανάπτυξη και άλλα παρόμοια.

Είναι όμως περιττή πολυτέλεια η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στην εποχή της λειψυδρίας, των καταστροφικών πυρκαγιών και της κλιματικής αλλαγής; Πρέπει μήπως να περιμένουμε την …έλευση του σοσιαλισμού (!) για να κάνουμε Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, όπως σοβαρά – σοβαρά διατείνονται ορισμένοι; Και μέχρι τότε να ζούμε μέσα στα σκουπίδια και το νέφος, να σπαταλάμε πόρους, να ζούμε σε πόλεις πηγμένες στο τσιμέντο και τα ΙΧ δίχως ίχνος πράσινου; Γιατί μπορεί να είναι σε μεγάλο βαθμό ζήτημα πολιτικών αποφάσεων όλα αυτά, αλλά υπάρχουν και ζητήματα οικολογικής συνείδησης και τρόπου ζωής που επηρεάζουν και τις πολιτικές αποφάσεις.
Θυμίζει το κλασικό ερώτημα «η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα;».

Κι όμως, τα κινήματα των πολιτών για πράσινο, ποδηλατόδρομους, ελεύθερους χώρους, προστασία της φύσης και των δικαιωμάτων αλλάζουν καθημερινά την πόλη και την κοινωνία. Αλλάζουν συνειδήσεις, διεκδικούν δικαιώματα και χώρους και την εφαρμογή ιδεών, βοηθώντας την ωρίμανση της σκέψης της τοπικής κοινωνίας. Τα Χανιά ήταν η πρώτη πόλη της Κρήτης που στράφηκε στην ανακύκλωση, κι αυτό δεν ήταν απόφαση πολιτική από τα πάνω, ήταν πρώτα απ’ όλα διεκδίκηση του οικολογικού κινήματος που ξεπήδησε από την υπόθεση του Κουρουπητού. Η πολιτική απόφαση του Δήμου ήρθε ως αποτέλεσμα χρόνων πίεσης και διεκδίκησης. Είναι σημαντικός λοιπόν ο ρόλος των ενεργών πολιτών που διαθέτουν κριτική σκέψη, που οργανώνονται δημοκρατικά και διεκδικούν συστηματικά μια ιδέα, ένα δικαίωμα.

Σε αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση δουλεύει η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενεργών πολιτών που διαθέτουν κριτική σκέψη, που ερευνούν, συζητάνε, οργανώνονται και διεκδικούν, αλλάζοντας την κοινωνία, τον τόπο όπου ζουν.

Κι αποδεικνύεται, με τη φετινή περιπέτεια της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, ότι 18 χρόνια μετά την επίσημη αναγνώρισή της από την Πολιτεία στην Ελλάδα, παραμένει ριζοσπαστική κι επικίνδυνη για ένα σύστημα που απεχθάνεται τα κινήματα και τους ενεργούς πολίτες, για ένα σύστημα που προτιμά την παπαγαλία από την κριτική σκέψη, για ένα σύστημα που καθηλώνει τους μαθητές σε μια καρέκλα για έξι ή οχτώ ώρες καθημερινά, ενώ η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση τους καλεί να βγουν από τους τέσσερις τοίχους της τάξης, να περάσουν τα κάγκελα της αυλής, να πάνε στο γειτονικό πάρκο, στη γειτονιά, στη λίμνη και το ποτάμι, να μιλήσουν με ειδικούς και μη ειδικούς, να ακούσουν διαφορετικές γνώμες, να ψάξουν κι άλλες πηγές πληροφόρησης εκτός από το επίσημα εγκεκριμένο άνωθεν σχολικό βιβλίο. Όταν η κυρίαρχη παιδαγωγική καλεί τους μαθητές να μη μιλάνε, η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση τους ζητάει να εκφραστούν, να πουν τη γνώμη τους, να συζητήσουν.

Σε ένα σχολείο που κυριαρχούν οι εξετάσεις και η αποθέωση της αποθήκευσης ολοένα και περισσότερων γνώσεων, η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση παραμένει επικίνδυνη αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι μπορεί να υπάρχει γνώση χωρίς βαθμολογίες κι εξετάσεις, ότι η μάθηση μπορεί να είναι παιχνίδι, χαρά, δημιουργία.

Καμιά ολοκληρωτική σκέψη δεν μπορεί να το δεχτεί αυτό. Εκείνοι που θέλουν να ελέγχουν τους πολίτες, να τους άγουν και να τους φέρουν αναπαράγοντας τη δική τους εξουσία επάνω τους, δε θέλουν κριτική σκέψη, δε θέλουν ενεργούς πολίτες, θέλουν αυστηρή πειθαρχία, θέλουν την παραμικρή χαρά κι επιβράβευση να είναι αποτέλεσμα πόνου και καταναγκασμού. Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση δεν τους κάνει αυτή τη χάρη.
Ποιους ενοχλεί λοιπόν η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση; Μήπως εκείνους που θέλουν άβουλους αντί για ενεργούς πολίτες; Μήπως εκείνους που δε θέλουν οι πολίτες να γνωρίζουν τα δικαιώματά τους; Μήπως εκείνους που θέλουν να ιδιοποιηθούν τον ελεύθερο χώρο, το πάρκο, το δάσος για το ατομικό τους κέρδος; Μήπως εκείνους που θέλουν να χτίσουν κάθε τετραγωνικό στις παραλίες; Μήπως εκείνους που ρυπαίνουν θάλασσες και ποτάμια; Μήπως εκείνους που δε θέλουν τα παιδιά, ως αυριανοί πολίτες, να μάθουν το μυστικό, ότι, ναι, μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, μαζί με άλλους, συζητώντας και διεκδικώντας, κι αυτό είναι κάτι που κάνουν καθημερινά εκατοντάδες κινήματα πολιτών, στην πόλη μας, στη χώρα μας, στον κόσμο όλο;

Φώτης Ποντικάκης
Γενικός Γραμματέας του Συλλόγου Δασκάλων και Νηπιαγωγών Ν. Χανίων

Η λιτότητα κλείνει 900 σχολεία στην Πορτογαλία

Το κλείσιμο των σχολείων, που έχουν λιγότερους από 21 μαθητές και τα οποία υπολογίζονται ότι είναι περίπου 900 αποφάσισε, η κυβέρνηση της Πορτογαλίας, στο πλαίσιο των μέτρων λιτότητας που αναμένεται να λάβει.
"Στο τέλος της διαδικασίας της αναδιοργάνωσης του σχολικού συστήματος, περίπου 900 σχολεία θα κλείσουν" δήλωσε ο υπουργός Παιδείας Ιζαμπέλ Αλσάντα κατά την διάρκεια Συνέντευξης Τύπου, μετά από τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου.
"Ο αριθμός φαίνεται υψηλός, αλλά δεν αντιπροσωπεύει παρά το 3,5% των μαθητών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι περίπου 400.000" πρόσθεσε η υπουργός Παιδείας της Πορτογαλίας.
Η υπουργός πρόσθεσε ακόμη ότι 400 νέες σχολικές εγκαταστάσεις βρίσκονται υπό κατασκευή.
Σύμφωνα με την κυβέρνηση, το πρόγραμμα αναδιοργάνωσης του σχολικού συστήματος "έχει ως στόχο να εξασφαλίσει την ισότητα των ευκαιριών μέσω της πρόσβασης σε ποιοτικές εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις και στην μείωση της σχολικής αποτυχίας".
Από το 2005, 2.500 σχολεία έχουν κλείσει στην Πορτογαλία, κυρίως στις αγροτικές περιοχές της.

Εικόνες από το μέλλον μας;;

Η πολιτική αλογία πηγάζει από το σχολείο

Ποια είναι η πρώτη (υπ’ αριθμόν ένα) αιτία κακοδαιμονίας της χώρας σήμερα; Ανεπιφύλακτα θα ψήφιζα: η αλογία, η έκλειψη της λογικής, ο παραλογισμός.
Σαν σε κυνήγι μαγισσών κυνηγάμε σκάνδαλα πολιτικών. Σκάνδαλα σε ατέρμονη αλληλουχία. Δεν μας ενδιαφέρει η ολοφάνερη κοινή αιτία όλων των σκανδάλων, δεν προσπαθούμε να εξαλείψουμε την αιτία ώστε να λείψουν τα σκάνδαλα. Το κυνήγι των σκανδάλων έχει αυτονομηθεί καθεαυτό, είναι αυτοσκοπός – χρειαζόμαστε το κυνήγι, όχι την εξάλειψη των σκανδάλων.
Κι αυτό, επειδή η παρανοϊκή φενάκη, που τη λογαριάζουμε σαν πολιτικό βίο, λειτουργεί στη βάση της πρόκλησης και της διαχείρισης εντυπώσεων – δεν έχει σχέση ούτε με πραγματικά προβλήματα ούτε με πραγματική προσπάθεια λύσης προβλημάτων. Καίρια πτυχή αυτού του παιχνιδιού των εντυπώσεων είναι το κυνήγι των σκανδάλων. Αυτό ρίχνει κυβερνήσεις, το κυνήγι - παιχνίδι των εντυπώσεων, όχι η πραγματικότητα του διεφθαρμένου κομματικού παρακράτους, των ανίκανων κυβερνήσεων, των κωμικά ολίγιστων αρχηγών.
Το 1989, το 1993, το 2004 ο λαός καταψήφισε σκάνδαλα, δεν υπερψήφισε καινοτόμες πολιτικές προτάσεις. Ψήφισε ποντάροντας στην ελπίδα λιγότερων ή ευφυέστερα συγκαλυμμένων σκανδάλων, όχι σε μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα ρεαλιστικής εξάλειψης των προϋποθέσεων που γεννάνε τα σκάνδαλα. Οπως στις δημοσκοπήσεις θεωρεί ο λαός, πάντοτε, καταλληλότερο για πρωθυπουργό τον υπάρχοντα πρωθυπουργό, έστω και αν αποδοκιμάζει συντριπτικά την πολιτική του και το κόμμα του, έτσι και με την ψήφο του στην κάλπη θεωρεί ο λαός άγγελο - εξολοθρευτή των σκανδάλων τον πιο πρόσφατο καταγγέλτη σκανδάλων, έστω και αν ήταν ο ίδιος ο καταγγέλτης πριν από λίγα χρόνια δεινά καταγγελλόμενος. Ιλιγγος παραλογισμού.
Ναι, συναινούν οι ψηφοφόροι στο κυνήγι των μαγισσών, στο στημένο παιχνίδι των εντυπώσεων. Γι’ αυτό και παραμένει ανατριχιαστικά ανήθικη η αδιαφορία των πολιτικών για τα πραγματικά προβλήματα, τον πόνο, την αδικία, τον βασανισμό του πολίτη. Ο πολίτης με την ψήφο του τους επιτρέπει να παίζουν αδιάντροπα μαζί του, αυτός, δίχως αντιστάσεις λογικής, γίνεται έρμαιο των «επικοινωνιακών» τεχνασμάτων της κομματοκρατίας, τεχνασμάτων πρόκλησης και διαχείρισης εντυπώσεων. Να γιατί λέμε ότι ο παραλογισμός, η αλογία, είναι το πρώτο (υπ’ αριθμόν ένα) αίτιο κακοδαιμονίας της χώρας.
Βλέπει και ξέρει ο πολίτης ότι αυτοί που καταγγέλλουν σήμερα τα σκάνδαλα στην ακτοπλοΐα, είναι οι ίδιοι που χθες μοιράζονταν με τα δικά τους λαμόγια την καταλήστευση των άγονων γραμμών, οι ίδιοι που τους βαραίνει καίρια ενοχή για τον φρικώδη πνιγμό των ογδόντα τεσσάρων ψυχών στο «Σαμίνα». Και αυτοί που κόπτονται για τα σκάνδαλα της Ζήμενς ή του Βατοπεδίου είναι οι ίδιοι που πρώτοι εντόπισαν την κότα με τα χρυσά αυγά, αλλά τους πρόλαβαν οι ατζαμήδες, οι ανίκανοι να κρύψουν τις πομπές τους. Τα ξέρει αυτά ο πολίτης και μύρια ανάλογα, αλλά δεν συνδέει τις επικαιρικές εντυπώσεις με την ιστορική του μνήμη. Την ψήφο του την κατευθύνει ο πιο πρόσφατος συνεπαρμός, όχι η λογική πραγματιστική σύνδεσή της με τα ρεαλιστικά δεδομένα της εμπειρίας του.
Η ψήφος μεγάλης, κρίσιμης για το εκλογικό αποτέλεσμα μερίδας πολιτών είναι φανερό ότι υπακούει σε εξωλογικές παρορμήσεις: σε απηχήσεις μυστικιστικών οραματισμών εγκεντρισμένων στον παιδικό ψυχισμό από την ατμόσφαιρα του πατρικού σπιτιού, σε φαντασιώσεις οφειλόμενης «μάχης» για την «Αριστερά» ή για τη «Δεξιά», όπως μας φάνταξαν στα νεανικά μας διαβάσματα από βιβλία και μπροσούρες εισαγόμενων ιδεολογημάτων. Και πρέπει να είναι ασήμαντος ο αριθμός των ψηφοφόρων που κάθεται να λογαριάσει, λογικά και ψύχραιμα, τι θετικό και ποιες συμφορές επισώρευσε κάθε κόμμα και κάθε αρχηγός στη χώρα – πόσα από τα επιφανή στελέχη των μεταδικτατορικών «κομμάτων εξουσίας» θα εξέτιαν σήμερα βαρύτατες ποινές κάθειρξης, αν λειτουργούσε δημοκρατική, ορθολογική νομοθεσία περί ευθύνης (και συνυπευθυνότητας) υπουργών.
Αν η ψήφος των σημερινών Ελλήνων ήταν κατά πλειονότητα καρπός ορθολογικής στάθμισης και υπεύθυνης κρίσης, τα υπάρχοντα σήμερα στη Βουλή κόμματα θα είχαν προ πολλού αφανιστεί από προσώπου γης. Ποια λογική θα επέτρεπε στον πολίτη να αναθέτει τη διαχείριση της ζωής του και του μέλλοντος των παιδιών του σε φτηνούς επαγγελματίες του εντυπωσιασμού, ανθρώπους ψυχοπαθολογικά παγιδευμένους στην ιδιοτέλεια και στην εξουσιολαγνεία, διασυρμένους για την κωμικοτραγική ανικανότητά τους και τα εγκληματικής ασυνειδησίας λάθη τους;
Η αλογία, η έκλειψη της λογικής, ο παραλογισμός δεν είναι συμπτώματα που προέκυψαν αναίτια και τυχαία στην ελλαδική κοινωνία. Είναι οργανικές συνέπειες της εκπαίδευσής μας των Ελλήνων, του εκπαιδευτικού στην Ελλάδα συστήματος, εδώ και μισό περίπου αιώνα. Από την πρώτη «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση» που επιχείρησε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στη δεκαετία του 1950, ο στόχος ήταν επιπόλαια χρησιμοθηρικός: Να πλουτιστεί η διδακτέα στην εκπαίδευση ύλη με πληροφοριακό υλικό για τα καινούργια θησαυρίσματα γνώσης που προσπορίζει η ραγδαία εξέλιξη των επιστημών. Και να συνδεθεί αυτή η «εκσυγχρονισμένη» πληροφόρηση με τις ανάγκες και σκοπιμότητες της παραγωγικής διαδικασίας, της οικονομικής ανάπτυξης.
Πενήντα χρόνια τώρα η εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι παγιδευμένη σε αυτή τη χρησιμοθηρική προτεραιότητα «ενημερωτικής» επάρκειας της διδακτέας ύλης. Πρωτεύον εκπαιδευτικό ζητούμενο (δηλαδή πρώτιστος κοινωνικός στόχος της εκπαίδευσης) δεν είναι η άσκηση του μαθητή στην κριτική σκέψη, στη δημιουργική φαντασία και αυτενέργεια, στο πού και πώς θα βρει την πληροφορία, πώς θα ελέγξει την εγκυρότητά της. Γι’ αυτό και προτεραιότητα στην εκπαίδευση δεν έχει η γλώσσα ως λογική ούτε τα μαθηματικά ως γλώσσα. Στόχος είναι η κονσερβοποιημένη πληροφοριακή «ενημερότητα», δηλαδή η απομνημόνευση. Αποκλειστικός τρόπος διδασκαλίας είναι οι από έδρας «παραδόσεις» και κυρίαρχο εξεταστικό σύστημα... η αντιγραφή!
Με αυτά τα δεδομένα, θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει, σε οποιαδήποτε τάξη του σχολείου, μάθημα, λ. χ., Κριτικής Ανάγνωσης του Τύπου ή μάθημα Συγκριτικής των Πολιτευμάτων; Το ελλαδικό εκπαιδευτικό σύστημα, θελημένα ή συμπτωματικά, αντανακλά την όλη αποχαυνωτική παραζάλη του καταναλωτικού ευδαιμονισμού που συνέχει την ελλαδική κοινωνία. Ετοιμάζει κομματικούς οπαδούς, όχι πολίτες, αφιονισμένους συνδικαλιστές (από το δημοτικό κιόλας σχολείο) που μαθαίνουν να εκβιάζουν, όχι να σκέπτονται – ετοιμάζει παθητικούς καταναλωτές, όχι ανθρώπους που μπορούν να ξεχωρίσουν ποιότητες.
Αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα συντηρεί και διαιωνίζει τη συλλογική ντροπή που είναι τα κόμματα του ελλαδικού κοινοβουλίου σήμερα. Γι’ αυτό και το μόνο που έχουν να πουν για την παιδεία τα κόμματα (τα ίδια ή οι εκάστοτε «σοφοί» παρατρεχάμενοί τους) είναι ότι θα αυξήσουν τα κονδύλια ή θα ξεκινήσουν εξ υπαρχής «διάλογο» ή θα βελτιώσουν το «σύστημα» μετάβασης από τα εξαχρειωμένα σχολειά στα διαλυμένα πανεπιστήμια.
Tου Χρήστου Γιανναρά
 Καθημερινή 

Η ιστορία και ο παραλογισμός του φροντιστηρίου

Ως κοινωνικό φαινόμενο στον ελλαδικό χώρο το φροντιστήριο εμφανίζεται ουσιαστικά το 1922 μετά την ψήφιση του Ν. 2905 (περί οργανισμού του Αθήνησιν Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου) με τον οποίο θεσπίζονται εισαγωγικές εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Οι αθηναϊκές εφημερίδες κατακλύζονται από καταχωρήσεις φροντιστηρίων που διαλαλούν τις επιτυχίες τους.
Το 1933, η κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος, αδυνατώντας να ικανοποιήσει τα μισθολογικά τους αιτήματα, επιτρέπει στους «καθηγητές της μέσης» να διδάσκουν ιδιαίτερα μέχρι και τρεις ώρες τη βδομάδα για να συμπληρώσουν το μισθό τους. Όσο διογκώνεται το φροντιστήριο, εκπληρώνει τριπλή λειτουργία: απασχόλησης πτυχιούχων «καθηγητικών» σχολών, ενίσχυσης των εισοδημάτων των διορισμένων εκπαιδευτικών και δραστικό μέσο μη ενασχόλησης με τα «κοινά». Γιατί να διεκδικήσει κάποιος συλλογικά μία αβέβαιη και γλίσχρη μισθολογική αύξηση, όταν μπορεί να βγάλει, γρήγορα και «μαύρα», τα πολλαπλάσια;
Η ακατανόητη στάση των ελληνικών κυβερνήσεων μεταπολεμικά, μέχρι το 1981, να μην υιοθετήσουν τη διεθνή τάση μαζικοποίησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε μια συγκυρία οικονομικής ανάπτυξης, τροφοδότησε τόσο τη λεγομένη φοιτητική μετανάστευση στο εξωτερικό όσο και την αστυφυλία, καθώς πολυάριθμοι κάτοικοι μετακινήθηκαν από την επαρχία στην Αθήνα, για να δώσουν στα παιδιά τους περισσότερες ευκαιρίες για σπουδές.
Ο συγκριτικά μικρός αριθμός των εισακτέων (4.000 κοντά στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και 15.000 στα τέλη του 1970), σε μία περίοδο έντονης οικονομικής ανάπτυξης και διόγκωσης των κρατικών υπηρεσιών, εξέθρεψε την αναπαράσταση για το πτυχίο ως το κατεξοχήν κριτήριο αποτίμησης της προσωπικής διαδρομής. Ενισχυμένη από την απουσία οριζόντιας κινητικότητας στο σχολείο και συμπληρωματικών μορφών πρόσβασης στα ΑΕΙ, η εν λόγω αναπαράσταση ξαναζωντάνεψε δοξασίες του 19ου αιώνα, που ήθελαν τον Έλληνα ζηλωτή του σχολείου και των γραμμάτων, πρόθυμο για κάθε θυσία, προσωπική και οικογενειακή, για να προκόψει.
Παραδόξως, η «εξύμνηση» του σχολείου οδήγησε στην απονέκρωσή του. Η άνιση ανάπτυξη των κρατικών υπηρεσιών στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 δεν οδήγησε στη θεμελίωση ενός «κράτους-πρόνοιας», αλλά κατέστησε δυνατή τη γρήγορη απορρόφηση της πλειονότητας των αποφοίτων ΑΕΙ, κατά πρώτο λόγο των «ημετέρων». Έτσι, ενισχύθηκε κι άλλο η εικόνα του πτυχίου-διαβατηρίου για την ανοδική κοινωνική κινητικότητα, η οποία, με τη σειρά της, ανατροφοδότησε τη ζήτησή του. Συνέπεια; Ισχνή συμβολή της εκπαίδευσης στην ανάπτυξη της χώρας, προσκόλληση στο παρελθόν, διαιώνιση των απαρχαιωμένων σχολικών δομών.
Όλα αυτά εξέθρεψαν το «αναγκαίο κακό», τα φροντιστήρια τα οποία επέτειναν τη διάλυση του δημόσιου σχολείου και δημιούργησαν σειρά από φαινομενικά παράδοξες καταστάσεις, που δεν μπορούν να ερμηνευτούν με όρους αγοράς, κόστους/οφέλους ή προσφοράς/ζήτησης. Θα περίμενε κανείς ότι ο τετραπλασιασμός των εισακτέων τα τελευταία 30 χρόνια, σε συνδυασμό με τη μείωση του αριθμού των μαθητών, θα οδηγούσε στην αποδυνάμωσή τους. Κάθε άλλο.
Με το χρόνο ο αριθμός των μαθητών στα φροντιστήρια αυξάνει. Μπορεί κάποιες κυβερνητικές πολιτικές, όπως η «μεταρρύθμιση Αρσένη», να συνέτειναν σ' αυτό, δεν εξηγούν, όμως, το φαινόμενο. Πώς γίνεται να κάνουν φροντιστήριο, και μάλιστα περισσότερο από τους άλλους, οι μαθητές των «καλύτερων» και «ακριβότερων» γυμνασίων και λυκείων της χώρας; Πώς γίνεται να κάνουν τα παιδιά φροντιστήρια, ακόμη κι από το νηπιαγωγείο, το οποίο με τη σειρά του σχολειοποιείται;
Είναι προφανές ότι ο κόσμος του φροντιστηρίου συνιστά ένα σύμπαν με δικούς του κανόνες και κώδικες αμοιβαίας αλληλο-αναγνώρισης (η υψηλή τιμή μαρτυρά τον καλό φροντιστή και συνάμα την ευμάρεια της οικογένειας), από το οποίο σύμπαν ζουν χιλιάδες άνθρωποι. Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί εύκολα να το διαλύσει, και ενδεχόμενα δεν θα είχε λόγο να το αγγίξει, αν δεν υπομόνευε το δημόσιο σχολείο, τις αρχές και τους ρυθμούς του. Ενδεικτικά, το φροντιστήριο φαντάζει ως θεσμός πιο φιλελεύθερος, λιγότερο καταθλιπτικός και λιγότερο αυστηρός.
Τα προαναφερθέντα δεν είναι από μόνα τους κακά, εφόσον κάποια θα μπορούσε να τα κάνει κτήμα του και το δημόσιο σχολείο, για να καταπολεμήσει την πλήξη και την απώθηση που αισθάνονται πολλά παιδιά γι αυτό. Το πρόβλημα είναι ότι, καθώς τα όρια ανάμεσα στους δύο θεσμούς είναι διαπερατά, λόγω κυρίως της εμπλοκής των εκπαιδευτικών και στους δύο, το σχολείο παραχωρεί όλο και περισσότερο αρμοδιότητές του υπέρ του φροντιστηρίου (όπως ο επαγγελματικός προσανατολισμός), ουσιαστικά δηλαδή αυτό-ακυρώνεται. Έτσι, απονευρώνονται και απο-νομιμοποιούνται μέτρα ορθά, όπως η Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη και το Ολοήμερο.
Γιατί δεν αντιδρούν εντονότερα οι γονείς που πληρώνουν ένα τεράστιο τίμημα; Οι λόγοι είναι πολλοί, αρχής γενομένης από την προαναφερθείσα αναπαράσταση του πτυχίου. Ως σημαντικότερο θεωρώ την κοινωνική πίεση, που οδηγεί τους γονείς, ακόμη και τους πιο άπορους, να ταυτίσουν το φροντιστήριο με την τύχη των παιδιών τους και να πιστεύουν ότι αν δεν τα στείλουν τα αφήνουν στη μοίρα τους και τα καταδικάζουν στην αποτυχία. Εδώ ακριβώς έγκειται ο παραλογισμός του φροντιστηρίου.
Ξέρουμε ότι το σχολείο αναπαράγει σε μεγάλο βαθμό τις κοινωνικές και πολιτισμικές ανισότητες. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για το φροντιστήριο, το οποίο λειτουργεί με βασικό γνώμονα το κέρδος: οι εύποροι, οικονομικά και γνωστικά, μαθητές, ιδιαίτερα των αστικών κέντρων, μαθητεύουν στα καλά φροντιστήρια και τους ακριβούς φροντιστές, οι λιγότερο εύποροι στα ανάλογα. Με τον τρόπο αυτό αναδιπλασιάζονται οι αρχικές ανισότητες. Το φροντιστήριο, με άλλα λόγια, δεν βοηθά όλους τους υποψήφιους να μπούνε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αντίθετα, διευρύνει τις πιθανότητες αυτών που έχουν ήδη τις περισσότερες πιθανότητες να περάσουν. Έτσι, νομίζω ότι μπορούμε να κατανοήσουμε και τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων τα τελευταία χρόνια, παρά την αύξηση του αριθμού των εισακτέων.
Κανένα σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν θα περιορίσει από μόνη του δραστικά τις κοινωνικές ανισότητες και δεν θα καταλύσει τα φροντιστήρια. Μπορεί, όμως, να κάνει δύο πράγματα: να συμβάλλει ώστε να βγουν οι γονείς από το δίλημμα «μη φροντιστήριο = εγκατάλειψη των παιδιών»∙ και να μην ιεραρχεί θεσμούς και επαγγέλματα, όπως ακριβώς κάνει το ισχύον σύστημα εισαγωγικών με την επικουρία των φροντιστηρίων, οδηγώντας έτσι τους νέους και τις νέες σε επιλογές ασύμβατες με τις δεξιότητες και τις προτιμήσεις τους.
*Ο Παντελής Κυπριανός διδάσκει ιστορία της εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Πατρών
Αυγή

Το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα κατέρρευσε...

Να κηρύξουμε τον πόλεμο στην παπαγαλία

Το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα κατέρρευσε και συμπαρασύρει ήδη την οικονομία της χώρας
ΛΟΥΚΑΣ ΒΛΑΧΟΣ
Υστερα από προσεκτική ανάλυση των στόχων του εκπαιδευτικού μας συστήματος από το Δημοτικό ως το Πανεπιστήμιο, διαπιστώνουμε με δέος ότι πουθενά δεν υπάρχει χώρος για αυτενέργεια των μαθητών και μαθητριών. Τα πάντα είναι κλειστά και προγραμματισμένα ως την πιο μικρή λεπτομέρεια. Τα βιβλία είναι μοναδικά, η ύλη προγραμματισμένη με σαφήνεια και τα θέματα που καλούνται να απαντήσουν οι μαθητές προβλέψιμα με απλή ανάκληση από μνήμης παρόμοιων λυμένων θεμάτων στο μάθημα ή κατευθείαν από το βιβλίο. Οι απαντήσεις έχουν τον χαρακτήρα «βλέπε σελίδα...». Το βαρόμετρο της επιτυχίας είναι ο βαθμός στις εξετάσεις και η εισαγωγή στα ΑΕΙ. Οταν οι βαθμοί «πέφτουν» οι γονείς καλούν εσπευσμένα φροντιστηριακή βοήθεια για να «σηκωθούν» και τα παιδιά να γράψουν καλύτερα στις εξετάσεις.

Μέσα σε αυτό το σύστημα οι μαθητές και οι μαθήτριες παύουν να σκέπτονται μόνοι τους και φυσικά δεν γνωρίζουν καν τη σημασία των λέξεων «αυτενέργεια» και «καινοτομία» γιατί δεν έχουν ποτέ κληθεί να απαντήσουν ένα ανοικτό ερώτημα ή να δημιουργήσουν κάτι, έστω μικρό, από το μηδέν. Τα αποτελέσματα αυτής της εκπαίδευσης είναι προβλέψιμα και αναμενόμενα: η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις των ευρωπαϊκών χωρών για τις επιδόσεις της στην καινοτομία. Ολοι οι δείκτες που μετρούν την προσαρμογή μας στις νέες ανακαλύψεις της επιστήμης και τεχνολογίας παρουσιάζουν σταδιακή απόκλιση στα θέματα αυτά από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ακόμη και οι αισιόδοξοι προβλέπουν πιθανή σύγκλιση ύστερα από σαράντα χρόνια, αν κάνουμε κάτι σήμερα!

Ας το φωνάξουμε λοιπόν δυνατά για να το ακούσουν όλοι: Το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα κατέρρευσε και συμπαρασύρει ήδη την οικονομία και την πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας. Η αναζήτηση στελεχών αποτελεί μεγάλη τροχοπέδη κάθε νέας ή παλιάς εταιρείας ή οργανισμού. Ανεργοι υπάρχουν πολλοί, στελέχη που να παίρνουν πρωτοβουλίες και να καινοτομούν στη δουλειά τους λίγα και αυτό φέρνει σε αδιέξοδο τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας.

Η ανατροπή της παρούσας κατάστασης θα μπορούσε να γίνει μόνο αν δεχτούμε ότι το πρόβλημα υπάρχει, είναι εθνικό και να κηρύξουμε «πόλεμο ενάντια στην παπαγαλία και στην παθητικότητα στην εκπαίδευση».

Η μεγαλύτερη αντίσταση και αντίδραση σε μια ριζικά νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση (π.χ., ένα εκπαιδευτικό σύστημα όπου δίνεται βάρος στη δημιουργικότητα και στην αυτενέργεια των μαθητών) πρόκειται να έλθει από τους εν ενεργεία εκπαιδευτικούς και ιδιαίτερα αυτούς που έχουν προσληφθεί πρόσφατα. Μια χαρά τα έχει βρει η πλειονότητα των εκπαιδευτικών με τη «διδασκαλία» του τύπου «ανοίξτε το βιβλίο στη σελίδα 12 και ας αρχίσει να διαβάζει η Μαρία...». Το σημερινό σχολείο πάσχει σοβαρά από στελέχη με ενθουσιασμό και μεράκι για καινοτομικές προσεγγίσεις στην εκπαιδευτική διαδικασία. Το ελληνικό σχολείο «ανακυκλώνει τα δικά του προϊόντα», μεταφέροντας την παπαγαλία από τα θρανία στην έδρα! Η συντριπτική πλειονότητα των νέων εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων επέλεξε να εργαστεί στην εκπαίδευση για να «αράξει» ανενόχλητα και επαναλαμβάνει τις εκπαιδευτικές πρακτικές και τα στερεότυπα των καθηγητών τους. Πώς θα ανατρέψουμε αυτή την κατάσταση;

Τα βήματα που πρέπει να γίνουν είναι συγκεκριμένα και διεθνώς αναγνωρισμένα: 
(1) Αξιολόγηση των εκπαιδευτικών με αντικειμενικά κριτήρια και επιβράβευση των άριστων δασκάλων που διαθέτουν όρεξη και μεράκι για καινοτομίες στην εκπαίδευση. 
(2) Δημιουργία ουσιαστικών βαθμίδων στους εκπαιδευτικούς με δραστική άνοδο στον μισθό και στα προνόμια για αυτούς που αλλάζουν βαθμίδα ύστερα από σοβαρή αξιολόγηση. Οχι στην τιμωρία για όσους δεν ακολουθούν την πρόοδο, απλώς οικονομικά και ηθικά κίνητρα σε όσους έμπρακτα πρωτοτυπούν. Σήμερα οι καθηγητές που προσπαθούν να τρέξουν μπροστά εισπράττουν μόνο ειρωνεία και καυστικά σχόλια από τους συναδέλφους τους. 
(3) Δραστική ελάττωση της ύλης και των μαθημάτων και μεταφορά του χρόνου που θα απελευθερωθεί στην αναζήτηση και δημιουργικότητα στην τάξη, μέσα από ομαδική εργασία, διαθεματικότητα και προγράμματα με ανοικτά ερωτήματα (open projects). 
(4) Ελευθερίες στον εκπαιδευτικό να επιλέγει βιβλία και εκπαιδευτικές προσεγγίσεις. Τα παραπάνω μέτρα έχουν ρίσκο γιατί η ως σήμερα πρακτική μετέτρεψε τον δάσκαλο σε άβουλο εκτελεστή των εντολών του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και του υπουργείου. 
Αξίζει ωστόσο να δοκιμάσουμε το νέο σχολείο και να πάρουμε το απαιτούμενο ρίσκο. Διαφορετικά οι απόφοιτοι του εκπαιδευτικού μας συστήματος θα συνεχίζουν να χωρίζονται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: (1) Αυτοί που επιθυμούν να δουλέψουν στο Δημόσιο (το 70%) και μετά το πτυχίο προσπαθούν με φροντιστήρια να περάσουν τις εξετάσεις του ΑΣΕΠ, (2) αυτοί που θα φύγουν στο εξωτερικό (το 10 %) για να πάρουν μεγάλες πρωτοβουλίες και να συμμετέχουν στις καινοτομίες άλλων χωρών και (3) οι υπόλοιποι που θα κληρονομήσουν τις δουλειές των γονιών τους.

Οικονομική ανάκαμψη χωρίς νέους και νέες που θα πάρουν πρωτοβουλίες και θα καινοτομήσουν στους κλάδους εργασίας τους δεν γίνεται. Με το σημερινό ανθρώπινο δυναμικό δεν μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας οικονομικά. Προτείνω λοιπόν να τολμήσουμε σήμερα να πάρουμε μεγάλα ρίσκα στην εκπαίδευση μια και είμαστε μπροστά στο ξεκίνημα μιας νέας δεκαετίας, με την ελπίδα να δούμε αλλαγές μετά το 2030!

Ο κ. Λ. Βλάχος είναι καθηγητής της Αστροφυσικής στο Τμήμα Φυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.


Δε θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο..

Πώς οι μαθητές μας αντιλαμβάνονται τη σχολική πραγματικότητα

Μήπως επιτέλους πρέπει όλοι μας να αφυπνιστούμε;

Αλλαγή του τρόπου διδασκαλίας, περισσότερη προσοχή από τους εκπαιδευτικούς, νέα σύγχρονα σχολικά βιβλία, λιγότερη ύλη και περισσότερες εκπαιδευτικές δραστηριότητες
ζητούν οι μαθητές από το υπουργείο Παιδείας και την πολιτεία. Μάλιστα, σε έρευνα που έγινε σχετικά με τις στάσεις και τις αντιλήψεις των μαθητών στα σχολεία της χώρας μας, ένα μεγάλο ποσοστό των ερωτηθέντων περιέγραψε τα φροντιστήρια όπως θα έπρεπε να είναι τα δημόσια σχολεία! Στο ερώτημα γιατί πηγαίνουν φροντιστήρια (ένα 80% του δείγματος τα θεωρεί απαραίτητα) οι ερωτηθέντες ανέφεραν ότι οι καθηγητές τους ενδιαφέρονται περισσότερο για τους μαθητές (67%), επιλέγονται λιγότερα άτομα ανά τμήμα, διατυπώνουν ευκολότερα τις απορίες τους και παίρνουν κατανοητές απαντήσεις (77%). Σε ένα ποσοστό 21% οι μαθητές απαντούν ότι, αν οι καθηγητές τους δίδασκαν σε φροντιστήρια, θα ήταν πολύ καλύτεροι στη δουλειά τους...

Στην ίδια έρευνα ένα μεγάλο ποσοστό (23%) απαντά ότι δεν θυμάται καμία ευχάριστη στιγμή στο σχολείο του στη διάρκεια της διδασκαλίας απαιτητικών μαθημάτων και ένα ποσοστό 7% βρίσκει όλες τις στιγμές στο σχολείο δυσάρεστες.

Οι μαθητές χαρακτηρίζουν τη Φυσική και τα Αρχαία από το πρωτότυπο κείμενο ως τα δυσκολότερα μαθήματα του σχολείου, συμπέρασμα στο οποίο συμφωνούν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί τους. Τα Νεοελληνικά Κείμενα, η Πληροφορική και η Γλώσσα-Εκθεση κρίνονται ως τα ευκολότερα μαθήματα του σχολείου. Στην ίδια κατεύθυνση, σε ποσοστό 58% οι γονείς που απάντησαν στην έρευνα αναφέρουν ότι τα παιδιά τους αντιμετωπίζουν προβλήματα στα μαθήματα Αρχαία, Μαθηματικά, Φυσική και Χημεία. Την έρευνα έκανε εφέτος ο διευθυντής του 9ου Γυμνασίου Καλλιθέας δρ Νίκος Αναστασάτος και η εκπαιδευτικός κυρία Λίνα Κεχαγιά σε ένα μεγάλο δείγμα μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών. «Το ποσοστό που δεν θυμόταν καμία ευχάριστη στιγμή, σε συνδυασμό με το είδος των υπόλοιπων απαντήσεων, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η διδακτική πράξη χρειάζεται όχι απλά βελτίωση αλλά σημαντικές αλλαγές» δηλώνει χαρακτηριστικά στο «Βήμα» ο κ. Αναστασάτος.

O ι δύο επιστήμονες «ακτινογράφησαν» το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα στην καθημερινή λειτουργία του και κατέληξαν στα παρακάτω συμπεράσματα:

* Οι μαθητές και οι μαθήτριες των σχολείων είναι εμφανώς δυσαρεστημένοι/ες από τον τρόπο λειτουργίας των σχολείων τους. Το 48% των ερωτηθέντων επιθυμεί να αλλάξουν τα βιβλία, το 44% επιθυμεί να μην εξετάζεται γραπτώς, το 66% θεωρεί ότι οι εκπαιδευτικές επισκέψεις βοηθούν στην καλύτερη κατανόηση του μαθήματος και συμβάλλουν στην έγερση ενδιαφέροντος εκ μέρους των μαθητών.

* Το 40% του δείγματος απαντά ότι πήγε ή πηγαίνει φροντιστήριο σε κάποιο ή κάποια από τα μαθήματα του σχολείου του. Από τους μαθητές που δήλωσαν ότι πήγαν φροντιστήριο το 38% επιθυμεί να βελτιώσει το επίπεδό του στα Μαθηματικά, το 26% στα Αρχαία, το 26% στη Φυσική και το 10% στη Χημεία. Σε ποσοστό 62% οι μαθητές θα ήθελαν να γίνονταν φροντιστήρια στο σχολείο στα Αρχαία, το 61% στη Φυσική, το 44% στα Μαθηματικά και το 36% στη Χημεία. Πάντως οι μαθητές απαντούν ότι το φροντιστήριο τους βοηθάει για τους εξής λόγους: το 75% επειδή ήταν λιγότεροι οι μαθητές, το 67% επειδή οι καθηγητές ενδιαφέρονταν περισσότερο γι΄ αυτούς, το 77% επειδή διετύπωναν ευκολότερα τις απορίες τους, το 76% επειδή δεν είχαν το άγχος της βαθμολογίας, το 77% επειδή το φροντιστήριο ήταν συνεπέστερο και προσεκτικότερο συγκριτικά με το σχολείο.

* Το προφίλ του καθηγητή που θα ήθελαν οι μαθητές είναι αρκετά διαφορετικό από εκείνο που συναντούν στα σχολεία τους. Το 66% του δείγματος επιθυμεί να εξηγεί ο εκπαιδευτικός το μάθημα περισσότερο, το 59% επιθυμεί να είναι μικρότερη η ύλη, το 71% επιθυμεί να γίνεται η δουλειά στο σχολείο και όχι στο σπίτι, το 64% επιθυμεί να δίδονται πρωτοβουλίες στους μαθητές και να υπάρχει συνεργασία με τους συμμαθητές τους.

* Η Φυσική και τα Αρχαία από πρωτότυπο θεωρούνται τα δυσκολότερα μαθήματα και τα Νεοελληνικά Κείμενα, η Πληροφορική και η Γλώσσα-Εκθεση τα ευκολότερα. Οι μαθητές ορίζουν τον βαθμό δυσκολίας των διδασκόμενων μαθημάτων (δύσκολο - πολύ δύσκολο) σε ποσοστό 44% τα Αρχαία από πρωτότυπο, 26% τα Αρχαία από μετάφραση, 12% την Ιστορία, 8% τη Γλώσσα-Εκθεση, 20% τα Μαθηματικά, 48% τη Φυσική και 35% τη Χημεία. Μόλις το 4% θεωρεί δύσκολη την Πληροφορική, ενώ κανείς δεν δηλώνει ότι υπάρχει μεγάλος βαθμός δυσκολίας στα Νεοελληνικά Κείμενα.

* Στην ερώτηση «να θυμηθούν μια ευχάριστη στιγμή την προηγούμενη χρονιά σε ένα μάθημα που θεωρούν δύσκολο» το 33% απαντά ότι αυτή ήταν όταν απάντησε ή έγραψε σωστά σε κάποιο μάθημα, το 22% θυμάται στιγμές όπου υπήρχε συζήτηση και ευχάριστη ατμόσφαιρα στην τάξη, το 7% όταν υπήρχε κάποιο κενό στο μάθημα, το 2% όταν άλλαξαν κάποιον καθηγητή και 1% στις ομαδικές εργασίες όπου απάντησαν σωστά μόνο αυτοί σε ερωτήματα που τέθηκαν. Ενα ποσοστό 23% απαντά ότι δεν υπήρξε καμία τέτοια στιγμή. «Το ποσοστό που δεν θυμόταν καμία ευχάριστη στιγμή, σε συνδυασμό με το είδος των υπόλοιπων απαντήσεων, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η διδακτική πράξη χρειάζεται όχι απλά βελτίωση αλλά σημαντικές αλλαγές» δηλώνει χαρακτηριστικά ο κ. Αναστασάτος.

* Στην ερώτηση «να θυμηθούν μια δυσάρεστη στιγμή την προηγούμενη χρονιά σε ένα μάθημα που θεωρούν ως δυσκολότερο» το 56% απαντά ότι αυτό έγινε όταν δεν απάντησε σωστά σε κάποια ερώτηση ή διαγώνισμα, ένα 5% θυμάται άσχημη συμπεριφορά καθηγητή ή αποβολή, το 7% βρίσκει όλες τις στιγμές άσχημες, ενώ το 23% δεν απαντά.

Πηγή Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ

Εκπαιδευτική (τεχνολογική) μεταρρύθμιση

Τι κάνουμε εμείς οι δάσκαλοι για να εφοδιάσουμε τους μαθητές μας με δεξιότητες που θα τους είναι χρήσιμες όταν μεγαλώσουν;